Σελίδες

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Χαράλαμπος Δερμιτζάκης: Νίκος Χουλιαράς


13. Nίκος Χουλιαράς, Ακτή τ. 23, 1995, σελ. 351- 353

  Νίκος Χουλιάρας (γεν. 1940) είναι ένα πολύπλευρο ταλέντο αναγεννησιακού στυλ. Απόφοιτος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, θεωρεί­ται ένας από τους σημαντικότερους νεοέλληνες ζωγράφους. Ασχολήθηκε ακόμη με επιτυχία με τη μουσική, το διάστημα '65-'70. Από νωρίς επίσης άρχισε να δημοσιεύει σε διάφορα περιοδικά ποιήματα, πεζά και κείμενα για τη ζωγραφική. Η στροφή του όμως στην πεζογραφία γίνεται ολοκληρωτική με το «Λούσια» (1979), το πρώτο του μυθιστόρημα.
Τα καθαρώς πεζογρα­φικά έργα του που ακολουθούν (κι αυτά διακοσμημένα με τα σχέδια του) είναι το «Μπακακόκ» (1981), «Ζωή, την άλλη φορά» (1985), «Το άλλο μισό» (1987), «Μια ιστορία του μακρύ χειμώνα» (1990) και «Η Μέσα βροχή» (1991). Όλα τα έργα του κυκλοφορούν στις εκδόσεις Νεφέλη. Από αυτά, το «Λούσια» και το «Ζωή, την άλλη φορά» ο συγγραφέας τα χαρακτηρίζει μυθιστορήματα, και το «Μια ιστορία του μακρύ χειμώνα» νουβέ­λα. Στην πραγματικότητα, η νουβέλα είναι ένα εκτεταμένο διήγημα, ενώ τα δυο μυθιστορήματα, κυρίως το δεύτερο, δεν είναι παρά μια σειρά διηγη­μάτων με χαλαρή σύνδεση, όπου ο Χουλιάρας συμπληρώνει την πινακοθήκη των αποτυχημένων και των περιθωριακών του ηρώων που πρωταγωνιστούν στα διηγήματα του. Τρεις απ' αυτούς τουλάχιστον, ο Βούρμπιανης, ο Δαραμπασίνας και ο Μαντζαρόπουλος πρέπει να είναι υπαρκτά πρόσωπα της κοινωνίας των Ιωαννίνων (ή καλύτερα του περιθωρίου της), αφού εμφανίζο­νται περισσότερες από μια φορά στα έργα του.
Η εγκατάλειψη, η πνευματική καθυστέρηση, η ψυχολογική ανισορροπία (για την οποία σε κάποιες περιπτώσεις ευθύνονται υπερπροστατευτικές μα­νάδες), η τελική περιθωριοποίηση, είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινού­νται οι ήρωες του Χουλιάρα, ο οποίος, μαζί με το Σωτήρη Δημητρίου, ανταγωνίζονται επάξια τους θεατρικούς μας συγγραφείς (Μουρσελά, Σκούρτη, Διαλεγμένο κ.λπ.) στην απεικόνιση του ζοφερού κόσμου των περιθωρια­κών.
Ο Χουλιάρας χρησιμοποιεί την τριτοπρόσωπη αφήγηση, καθώς προτιμά­ει αντί την ιμπρεσιονιστική απεικόνιση του ταραγμένου κόσμου των ηρώων του, για την οποία προσφέρεται η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, μια ψυχολογική εμβάθυνση και μια μεταφυσική διερεύνηση μέσω της συνολικής εποπτείας και της διεισδυτικής ματιάς ενός παντογνώστη θεού-αφηγητή. Εξάλλου, η τριτοπρόσωπη αφήγηση του επιτρέπει μια ποιητική ανασύσταση του χώρου (σελ. 351) που κινούνται οι ήρωες του, ένας χώρος που σε κάποια διηγήματα διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία (στα δύο πρώτα του μάλιστα είναι καθαρός, χωρίς «ήρωες»), πράγμα που οφείλεται πιθανώς στην επίδραση του nouveau roman. Επί πλέον, μ' αυτήν μπορεί και δημιουργεί καλύτερα εκείνη την grotesque ατμόσφαιρα που πλημμυρίζει όλο και περισσότερο κυρίως το με­ταγενέστερο έργο του. (Εδώ ο Χουλιάρας ακολουθεί μια αντίστροφη πορεία από τους περισσότερους θιασώτες του grotesque, οι οποίοι, ξεκινώντας απ' αυτό, το εγκαταλείπουν σταδιακά, όπως ο Ξανθούλης, ο Πανσέληνος, ο Μήτσου κ.ά).
Στα δυο του μυθιστορήματα, εν τούτοις, ο Χουλιάρας ακολουθεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Όμως, και κυρίως για το δεύτερο, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση στην ουσία σε πολλά σημεία είναι τριτοπρόσωπη. Αν και ο αφηγητής εδώ δεν ταυτίζεται με τον συγγραφέα, πράγμα που συμβαίνει κατά κανόνα στην τριτοπρόσωπη αφήγηση, εν τούτοις μένει σχεδόν αμέτο­χος στις ιστορίες που αφηγείται, στις οποίες παρίσταται ως απλός θεατής (μάρτυρας), και η σύνδεση με τους ήρωες τους είναι εντελώς περιθωριακή και μηχανική. Όσο για τον «Λούσια», με το να είναι ο αφηγητής ένα καθυ­στερημένο παιδί, ο συγγραφέας πετυχαίνει συγκεκριμένες υφολογικές εντυ­πώσεις, σε μεγάλο βαθμό ανάλογες μ' αυτές που πετυχαίνει, με παρόμοιο τρόπο, ο Κώστας Παπαγεωργίου στο «Των αγίων Πάντων». Ο αφηγητής επαναλαμβάνει συχνά λέξεις και φράσεις. Ακόμη έχει την τάση να βάζει το ρήμα στο τέλος, από το οποίο απουσιάζει ο ιστορικός ενεστώτας, ενώ βρί­θουν οι αόριστοι και οι παρατατικοί. Τέλος ο Χουλιάρας, έχοντας σαν αφηγητή ένα μικρό παιδί, πετυχαίνει χιουμοριστικές εντυπώσεις, με το να αφη­γείται ένα παιδί καταστάσεις και γεγονότα των οποίων του διαφεύγει η σημασία, όπως π.χ. στην παρακολούθηση ερωτικών σκηνών, τεχνική που χρησιμοποιούν και άλλοι συγγραφείς, όπως η Ευγενία Φακίνου στην «Αστραδενή», ο Νίκος Βασιλειάδης στον «Αγάθο» κ.ά. Να σημειώσουμε ακόμη ότι το αφηγηματικό πείραμα με τον «Λούσια» ο Χουλιάρας το επα­ναλαμβάνει με τον «Απελπισμένο μονόλογο του διετούς Δαμιανού Φιλολία...» («Το άλλο μισό»), όπου προσπαθεί να αναπαραστήσει τις ιδιόμορ­φες εντυπώσεις, σκέψεις και αισθήματα ενός μικρού παιδιού.
Την πρωτοπρόσωπη αφήγηση τη χρησιμοποιεί ακόμη ο Χουλιάρας στο διήγημα «Το χαλόνι» της τελευταίας συλλογής, όπου αναπαριστά μια ιδιαίτερη γιαννιώτικη αργκό, ενώ το «Ο Νικολάκης της Τσεβούλας το από­γευμα» της ίδιας συλλογής, αν και στην ουσία είναι ένας μονόλογος, ο Χουλιάρας προτιμά να τον εισαγάγει με μια εκτενή τριτοπρόσωπη αφήγη­ση.
Από τα ελάχιστα άλλα διηγήματα σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, θα ξε­χωρίσουμε το «Αυτό» («Το άλλο μισό») όπου ο συγγραφέας κάνει μια κα­τάδυση στον «άλλο», τον εσωτερικό εαυτό του. Ο διχασμένος εαυτός είναι εξάλλου ένα συνηθισμένο μοτίβο στο έργο του, που του επιτρέπει να δη­μιουργεί grotesque ή άλλες εντυπώσεις, όπως την παραψυχολογική «εκτός σώματος εμπειρία» που περιγράφει στην αρχή του «Ζωή, την άλλη φορά». Ακόμη θα ξεχωρίσουμε τη «Νύχτα με τα ορεινά χωριά» («Το άλλο μισό») (σελ. 352) και το «Αυτός που δε με βλέπει» («Η μέσα βροχή»), όπου με την απουσία του μύθου τους ο συγγραφέας εντείνει στο έπακρο την ποιητική του γλώσ­σα. Εδώ η συχνότητα ιαμβικών δεκαπεντασυλλάβων και δεκαεπτασυλλάβων, που είναι εξάλλου διάσπαρτοι σε όλο το έργο του Χουλιάρα, αυξάνει σημαντικά. Είναι προφανές ότι τη γλώσσα ο Χουλιάρας τη δουλεύει ακατά­παυστα, όπως φαίνεται και από τις χρονολογικές ενδείξεις συγγραφής που παραθέτει σε κάποια έργα του. Το «Ζωή, την άλλη φορά» γράφτηκε από το φθινόπωρο του 79 μέχρι το καλοκαίρι του 85, ενώ ο χρόνος συγγραφής κάποιων διηγημάτων απλώνεται σε δυο χρονιές. Η πολυδουλεμένη αυτή γλώσσα και η διεισδυτική ματιά στον κόσμο και στην ψυχοσύνθεση των αποτυχημένων της ζωής και των περιθωριακών, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου του Χουλιάρα. (σελ. 353)

 πηγή: users.sch.gr/hdermi/ARTHRA/13xouliaras.doc


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου